Η κανονικότητα είναι σχετικό πράγμα, φίλες και φίλοι. Μετά το μεγάλο disruption που έφερε στον κύκλο παραγωγής και διανομής της κινηματογραφικής βιομηχανίας η ζόρικη διετία του covid, τα πράγματα έμοιαζαν κάπως να επιστρέφουν στους πραγματικούς ρυθμούς τους όσον αφορά το σινεμά και τις μορφές ζωής του. Φυσικά στο μεταξύ έλαβαν χώρα σημαντικές αναδιαρθρώσεις που θα αφήσουν μακροχρόνιο αποτύπωμα, αλλά στην επιφάνεια τα πράγμα απέκτησαν πάλι, τουλάχιστον, μια εικόνα ομαλότητας. Οι περσινές Κάννες σηματοδότησαν την επιστροφή των μεγάλων κινηματογραφικών φεστιβάλ σε κάτι που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως post-covid κανονικότητα και, δεδομένου ότι το κινηματογραφικό φεστιβάλ είναι η πιο πυκνή, παλλόμενη, ζωηρή, λαμπερή και μητροπολιτική εκδοχή της κοινωνικής εμπειρίας του σινεμά, ήταν κάτι που το περιμέναμε εναγωνίως.
Τώρα που γράφουμε αυτές τις γραμμές, κι όλο το καλοκαίρι που προηγήθηκε φυσικά, το Hollywood, η ναυαρχίδα της βιομηχανίας του σινεμά, γνωρίζει μια νέα άνευ προηγουμένου διαταραχή στον κύκλο εργασιών του: μια μεγάλη απεργία σεναριογράφων και ηθοποιών. Η απεργία ξεκίνησε από το σωματείο των σεναριογράφων, και στα μέσα Ιουλίου χώθηκε και το σωματείο των ηθοποιών. Για την ιστορία, είναι η πρώτη φορά που απεργούν δύο μεγάλα σωματεία του Hollywood μαζί εδώ και 63 χρόνια κι η απεργία έχει παραλύσει την κινηματογραφική και τηλεοπτική βιομηχανία, καθώς τα σημεία τριβής με τα στούντιο και τις πλατφόρμες αφορούν μεταξύ άλλων τα ζητήματα των αμοιβών, του ελέγχου πάνω στην καλλιτεχνική διαδικασία και την εφαρμογή της τεχνητής νοημοσύνης.
Καθώς λοιπόν η απεργία έχει οδηγήσει σε πλήθος αναβολών και καθυστερήσεων σε επίπεδο παραγωγής και διανομής, το Φεστιβάλ Βενετίας που ξεκινάει αύριο είναι η πρώτη μείζονα κινηματογραφική διοργάνωση που αναγκάζεται να αναμετρηθεί σε πραγματικό χρόνο με τις συνέπειες της απεργίας. Και κυρίως, φυσικά, την ματαίωση παγκόσμιων πρεμιερών και την απουσία μεγάλων stars. Μέχρι και πριν λίγες βδομάδες λοιπόν, στα τέλη Ιουλίου που ανακοινώθηκε το πρόγραμμα της 80ης Biennale, ήταν ακόμα αβέβαιο τι και ποιους θα δούμε στην Βενετία. Αυτό αποτυπώθηκε πρώτα απ’ όλα στην ακύρωση της ταινίας έναρξης του φεστιβάλ, το Challengers του Luca Guadagnino, που είχε ήδη μαθευτεί ότι δεν θα παίξει τελικά στην Βενετία, αφού λογικά η MGM (ιδιοκτησίας Amazon πλέον εδώ και ένα χρόνο) έκρινε πως δεν έχει νόημα να στείλει την ταινία στη Μπιενάλε αν από εκεί λείπει η Zendaya – και, κυρίως, αν λείπουν οι 200 εκ. followers της στο Instagram που θα μάθαιναν για το Challengers από τα stories και τα posts της.
Το πρόγραμμα τελικά ανακοινώθηκε, και δεν είναι καθόλου φτωχό – κάθε άλλο μάλιστα. Ούτως ή άλλως, εδώ και χρόνια, η κινηματογραφική Biennale φιλοξενεί σταθερά όλο και περισσότερες πρεμιέρες μεγάλων ταινιών, θολώνοντας τις γραμμές ανάμεσα στο mainstream και το arthouse σινεμά, το Hollywood και την Ευρώπη, ακόμα και το σινεμά και την τηλεόραση. Τα τελευταία χρόνια η Βενετία προσελκύει όλο και περισσότερους από τους σύγχρονους πρωτοκλασάτους χολιγουντιανούς σκηνοθέτες, χαράζοντας έτσι εν πολλοίς τον δρόμο για τα Όσκαρ. Επίσης, δεδομένου ότι είναι το φεστιβάλ με τις καλύτερες σχέσεις με το Netflix, έχουμε σταθερά κάμποσες παραγωγές της πλατφόρμας να κάνουν πρεμιέρα. Έτσι, θα δούμε νέες ταινίες από David Fincher, Michael Mann, Wes Anderson, Γιώργο Λάνθιμο, Bradley Cooper, Richard Linklater, Sofia Coppola και Ava DuVernay μεταξύ πολλών άλλων.
Παρόλα αυτά, καθώς η απεργία εμποδίζει τους χολιγουντιανούς stars από το να παραβρεθούν στα κόκκινα χαλιά, τις συνεντεύξεις τύπου και το όλο φεστιβαλικό τζέρτζελο, θα είναι ένα φεστιβάλ σίγουρα λιγότερο “λαμπερό“. Είναι κακό αυτό όμως; Μάλλον όχι, με την έννοια ότι ναι μεν το celebrity τζέρτζελο και η φεστιβαλική γκλαμουριά είναι μέρος της κινηματογραφικής φεστιβαλικής ιστορίας, αλλά από την άλλη κάτι τέτοιο καθιστά το φεστιβάλ πιο “καθαρά” και “απερίσπαστα” κινηματογραφικό (και, ίσως, ίσως λέμε, απεργοσπαστικό; χμμμ). Για τέτοια πράγματα θα μιλήσουμε και θα γράψουμε τις επόμενες μέρες, φίλες και φίλοι, καθώς από τις 30 Αυγούστου θα βρισκόμαστε στην Βενετία ώστε να σας κρατήσουμε ενημερωμένους από το φεστιβάλ με μια φουλ-εξτρά ανταπόκριση, οπότε πέρα από τα άρθρα στο site αναζητήστε επίσης τα posts, stories και videos που θα φιλοξενούνται στο group του Βίντεο Κλαμπ, το Facebook page και το Instagram account του Nerdcult.
Στο μεταξύ, πάμε να ρίξουμε μια γρήγορη ματιά στα highlights της φετινής Biennale:
Οι μεγάλοι τίτλοι
Από πλευράς “μεγάλων τίτλων”, τα πράγματα είναι κάπως πιο ήσυχα από άλλες χρονιές που είχαμε blockbusters και υπερ-φαβορί οσκαρικούς τίτλους στη Biennale (ματαίως περιμέναμε ένα Dune: Part Two), αλλά δεν λείπουν οι ταινίες μεγάλων σκηνοθετών με μεγάλους πρωταγωνιστές. Τα δύο πιο τρανταχτά παραδείγματα είναι το βασισμένο σε κόμικ The Killer του David Fincher με τους Michael Fassbender και Tilda Swinton και το βιογραφικό Ferrari του Michael Mann με τον Adam Driver και την Penelope Cruz. Εντάξει, ο Fincher είναι πάντα μια αξιόπιστη δύναμη και μέχρι στιγμής του ταιριάζει η συνεργασία με το Netflix, ενώ περιμένουμε εναγωνίως μια μεγαλειώδη επιστροφή του Mann στη μεγάλη οθόνη μετά το (αδικημένο) Blackhat του 2015.
Αντίστοιχα πυκνο-κατοικημένο από εξαιρετικούς ηθοποιούς είναι το Poor Things του Γιώργου Λάνθιμου με την Emma Stone και τον Willem Dafoe, καθώς ο σκηνοθέτης βρίσκεται σε υψηλότατη διεθνή φόρμα μετά το The Favourite (την καλύτερή ταινία του, αν με ρωτάτε). Και τέλος, για να κλείσουμε το κεφάλαιο των πιο πολυαναμενόμενων τίτλων, ο Wes Anderson, όντας κατ’ εμέ σε φοβερό σερί τα τελευταία χρόνια μετά τα The French Dispatch και Asteroid City, επιστρέφει σε μικρομεσαίου μήκους φόρμα 40 λεπτών με το The Wonderful Story of Henry Sugar (πρόκειται μεταφορά της ομώνυμης ιστορίας του παραμυθά Roald Dahl) για λογαριασμό του Netflix, με τον Benedict Cumberbatch και τον Ralph Fiennes στους πρωταγωνιστικούς ρόλους.
Οι προσωπικές αγάπες
Εδώ περνάμε σε πιο καθαρά προσωπικές επιλογές, κι η αλήθεια είναι πως σε αυτό το επίπεδο των κάπως λιγότερο “ηχηρών” τίτλων η φετινή Βενετία έχει πολύ δυνατό πρόγραμμα – ή τουλάχιστον εξαιρετικά κοντά στα δικά μου γούστα. Πρώτα απ’ όλα, έχουμε το Aggro Dr1ft του λατρεμένου τρελιάρη Harmony Korine, ο οποίος συνεχίζει μετά το The Beach Bum με μια ταινία γυρισμένη σε infra-red με τον Travis Scott. Επίσης, μετά το διεθνές μπαμ με το Spencer, ο Χιλιανός Pablo Larrain συνεχίζει στο El Conde του Netflix με μια horror-comedy αντι-βιογραφία του δικτάτορα Pinochet, ενώ ο Ιάπωνας Ryusuke Hamaguchi, ένας από τους πιο ενδιαφέροντες σκηνοθέτες διεθνώς αυτήν την στιγμή μετά το Wheel of Fortune and Fantasy και το Drive My Car, επιστρέφει ταχύτατα με το Evil Does Not Exit.
Στο μέτωπο του γαλλόφωνου σινεμά, έχουμε το The Beast του πάντα συναρπαστικού Bertrand Bonello (Nocturama/Zombi Child/Coma) και το DAAAAAAALI! του απρόβλεπτα σουρεαλιστικού Quentin Dupieux (Mandibles/Incredible But True/Smoking Causes Coughing), ενώ την τετράδα συμπληρώνει το (4ωρο!) ντοκιμαντέρ Menus Plaisirs του 93χρονου αειθαλούς μάστορα του είδους Frederick Wiseman και η νέα (μικρού μήκους) ταινία This Is How a Child Becomes a Poet της σπουδαίας μετρ της παιδικότητας Celine Sciamma. Και σα να μην έφταναν αυτά, έχουμε το Gasoline Rainbow, τη νέα ταινία των αδερφών Bill Ross IV και Turner Ross που είχαν φτιάξει το φοβερό Bloody Nose, Empty Pockets και νέα ντοκιμαντέρ για τους Ryuichi Sakamoto και Dario Argento. Δεν περιγράφω άλλο, είμαι ευτυχισμένος.
Τα wild cards
Εδώ έχουμε ταινίες που δικαίως τραβάνε την προσοχή λόγω των υπογραφών των σκηνοθετών τους, αλλά προσωπικά κρατάω μικρό καλάθι ελπίζοντας να διαψευστώ. Ας πούμε, δεν ήμουν fan του A Star is Born, οπότε δεν ενθουσιάζομαι με το Maestro (Παπακαλιάτη πονάς;) του Bradley Cooper για τον Leonard Bernstein, άλλο ένα από τα πολλά biopics του φεστιβάλ. Και λέγοντας για biopics, πάμε στο Priscilla της Sofia Coppola για την Priscilla Presley, για το οποίο επίσης κρατάω μικρό καλάθι μετά το μετριότατο On the Rocks. Παρομοίως, παρότι γενικά αξιοσέβαστος σκηνοθέτης, το Pinocchio του Matteo Garrone δεν με προϊδεάζει ιδιαίτερα θετικά για το Io Capitano.
Από την άλλη, ακριβώς επειδή όλοι έχουν ξεγραμμένη την Ava DuVernay μετά το A Wrinkle in Time, πιστεύω ότι υπό προϋποθέσεις το Origin μπορεί να κάνει την έκπληξη, ενώ ο Richard Linklater (ένας κατεξοχήν hit and miss αλλά πάντα ενδιαφέροντας σκηνοθέτης) επανέρχεται με το Hit Man μετά το (ωραιότατο κατ’ εμέ) Apollo 10 1/2: A Space Age Childhood. Τέλος, έχουμε το κύκνειο άσμα του σπουδαίου William Friedkin που έφυγε στις αρχές Αυγούστου, και μπορεί ο μεγάλος σκηνοθέτης να έλειπε από το 2011 από το σινεμά αλλά ελπίζουμε το The Caine Mutiny Court-Martial να αποδειχτεί αντάξιο της κληρονομιάς του δημιουργού.
Οι ταινίες-τζέρτζελο
Τα φεστιβάλ πάντα αγαπάνε το εξω-κινηματογραφικό νταβαντούρι, είναι γνωστό αυτό, κι ειδικά η Βενετία στοχεύει συχνά σε αυτό με αμφιλεγόμενες επιλογές στο πρόγραμμά της. Αμφιλεγόμενες, βέβαια, όχι λόγω του περιεχομένου τους, αλλά λόγω της δραστηριότητας των δημιουργών τους. Φέτος λοιπόν το φεστιβάλ προβάλει τρεις ταινίες που αποτελούν νέα έργα σκηνοθετών που στο πρόσφατο ή λιγότερο πρόσφατο παρελθόν έχουν κατηγορηθεί για σεξουαλικές παρενοχλήσεις διαφόρων ειδών: το Dogman του Luc Besson, το Coup de Chance του Woody Allen και το The Palace του Roman Polanski.
Πάντα γούσταρε τέτοιου είδους τζέρτζελο η Βενετία, κακά τα ψέματα, αλλά η τριπλέτα Polanski-Allen-Besson είναι από μόνη της ένα μείζον συμβάν (με την κακή την έννοια). Το λεγόμενο cancel culture είναι μια πολύπλοκη συνθήκη, κάποιες φορές έχει πραγματική ισχύ και κάποιες άλλες (τις περισσότερες) ο ντόρος γύρω απ’ αυτό είναι αναντίστοιχος προς τις συνέπειές του, οι οποίες σταδιακά ξεθωριάζουν ή και δεν αποκτούν ποτέ όντως εγκυρότητα. Σε κάθε περίπτωση, μοιραία θα συζητηθεί αρκετά αυτή η τριάδα, είτε για το περιεχόμενο είτε για τον συμβολισμό της.
Η ελληνική συμμετοχή
Ναι, χρησιμοποιούμε ενικό αριθμό, γιατί θα ήταν ελαφρώς υπερβολικό να κατατάξουμε το Poor Things του Λάνθιμου στις ελληνικές παραγωγές. Σε καθαρά ντόπιες συμμετοχές, όμως, έχουμε το Καλοκαίρι της Κάρμεν, τη νέα ταινία του Ζαχαρία Μαυροειδή που θα κάνει παγκόσμια πρεμιέρα στο παράλληλο τμήμα της Εβδομάδας Σκηνοθετών του Φεστιβάλ Βενετίας. Και πέρα από το αφηρημένο “εθνικό ενδιαφέρον”, το Καλοκαίρι της Κάρμεν τραβάει με συγκεκριμένο τρόπο το βλέμμα μας γιατί η προηγούμενη ταινία του Μαυροειδή, ο Απόστρατος του 2019, ήταν μια ενδιαφέρουσα ταινία με ένα (σχετικά ασυνήθιστο για τα ελληνικά δεδομένα) καλογραμμένο σενάριο.