Η σχέση του Netflix με τους θεσμούς της παραδοσιακής κινηματογραφικής βιομηχανίας ήταν πάντα τεταμέμη, για να το θέσουμε ήπια. Ας θυμηθούμε ότι για να γίνουν αποδεκτές οι ταινίες της streaming πλατφόρμας στα Όσκαρ, για παράδειγμα, χρειάστηκε να χυθεί αρκετός ιδρώτας, μελάνι και βεβαίως χρήμα, καθώς τόσο τα μεγάλα στούντιο του Hollywood όσο και σημαίνουσες προσωπικότητες του industry δεν θέλανε ούτε να ακούνε. Στο μεταξύ, κύλησε αρκετό νερό στο αυλάκι, και εν έτει 2023 πλέον η πλατφόρμα έχει συνολικά μαζέψει 8 υποψηφιότητες για Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας – χωρίς όμως η Ακαδημία να έχει τολμήσει ακόμα να της δώσει το πολυπόθητο αγαλματίδιο. Κι όμως, το Netflix μπορεί να καυχιέται πως έχει στα χέρια του 2 Όσκαρ Σκηνοθεσίας, τα οποία η Ακαδημία δε μπόρεσε να αρνηθεί στην Jane Campion για το The Power of the Dog και στον Alfonso Cuaron για το Roma. Τι άλλο κοινό έχουν αυτές οι δύο ταινίες; Είχαν κάνει την παγκόσμια πρεμιέρα τους στο Φεστιβάλ Βενετίας, η πρώτη το 2021 και η δεύτερη το 2018, με το Roma να φεύγει από την Μπιενάλε με το Χρυσό Λιοντάρι, σηματοδοτώντας την πρώτη νίκη του Netflix σε μεγάλο φεστιβάλ. Σημειωτέον πως την ίδια περίοδο οι σχέσεις ανάμεσα στην πλατφόρμα και τις Κάννες βρίσκονταν στο ναδίρ, χωρίς αυτό να σημαίνει βέβαια πως πλέον έχουν ομαλοποιηθεί (κάθε άλλο, όπως αποδείχτηκε και φέτος).
Έτσι είναι: η Βενετία πάντα αγαπούσε το Netflix. Ή, μάλλον, πάντα πόνταρε στο Netflix, αφού η θερμότατη υποδοχή που πάντα επεφύλασσε το φεστιβάλ στην πλατφόρμα ήταν αποτέλεσμα της φιλοδοξίας του και μέρος της στρατηγικής του ώστε να ξεπεράσε σε hype και buzz το αντίστοιχο των Καννών – κι ο δρόμος γι’ αυτό περνάει (και) μέσα από το Netflix, πέρα από την όλο και συχνότερη προσέλκυση μεγάλων blockbuster τίτλων όπως το Joker και το Dune. Το 2018 ήταν μια χρονιά-κλειδί για την σχέση ανάμεσα σε Βενετία και Netflix, όχι μόνο λόγω του μεγάλου βραβείο στο Roma, αλλά κι επειδή το πρόγραμμα του φεστιβάλ είχε 6 ολόκληρους τίτλους της πλατφόρμας, ανάμεσά τους και το The Ballad of Buster Scruggs των αδερφών Coen και το The Other Side of the Wind του Orson Welles. Τα επόμενα χρόνια, είδαμε να παρελαύνουν από τη Biennale νέες ταινίες του Noah Baumbach, του Steven Soderbergh, του Alejandro Gonzalez Inarritu και του Paolo Sorrentino μεταξύ άλλων, όλες τους από την streaming πλατφόρμα. Και φέτος αυτή η παράδοση συνεχίζεται βεβαίως-βεβαίως, με το Netflix να έχει κατεβάσει μια 5άδα dream team στην φετινή Μπιενάλε: το The Killer του David Fincher, το The Wonderful Story of Henry Sugar του Wes Anderson, το Maestro του Bradley Cooper, το El Conde του Pablo Larrain και το Society of the Snow του J.A. Bayona (οκ πες το τελευταίο δεν είναι τόσο δυνατό όνομα, αδύναμο σέντερ η ομάδα, θα χρειαστεί να ξελασπώσουν οι υπόλοιποι στην ρακέτα).
Εντυπωσιακό line-up, έτσι δεν είναι; Και προφανώς το Netflix έλειπε και φέτος από τις Κάννες, οι οποίες δεν δέχονται να βάλουν ταινίες του στο διαγωνιστικό τμήμα τους, εν είδει εγγύησης ότι τουλάχιστον δεν θα πάει κανένας Χρυσός Φοίνικας στην πλατφόρμα (οι σχέσεις των Καννών με άλλες πλατφόρμες σαν το Amazon Prime, το HBO Max και το Apple TV είναι καλύτερες βέβαια, ειδικά αν αυτές έχουν κι ένα Martin Scorsese στην φαρέτρα τους όπως η τελευταία φέτος). Το line-up του Netflix στην Βενετία είναι επίσης εντυπωσιακό όχι μόνο ως προς τα ονόματα των δημιουργών αλλά και ως προς την ποικιλία του, περιέχοντας ένα κλασικό χολιγουντιανό biopic με το Maestro, ένα σαρδόνια σατιρικό meta-thriller με το The Killer, μια ανορθόδοξη ιστορικο-πολιτική αλληγορία με το El Conde κι ένα ιδιαίτερο μικρού μήκους πείραμα με το Henry Sugar. Δεν θα προχωρήσουμε τώρα σε αναλυτικότερη παρουσία των ταινιών τώρα (θα το κάνουμε όταν βγουν στις αίθουσες ή στην πλατφόρμα), αλλά θα πούμε ότι το Netflix έχει τραβήξει όχι μόνο τα βλέμματα της προσοχής αλλά και τα βέλη της κριτικής στην φετινή Μπιενάλε. Ήταν που ήταν κόκκινο πανί για τους πιουρίστες του industry, πλέον έγινε και το κατεξοχήν κόκκινο πανί ως σύμβολο της αδιαλλαξίας του στουντιακού συστήματος απέναντι στην απεργία των ηθοποιών και των σεναριογράφων. Πριν λίγες μέρες, ο Adam Driver, βρισκόμενος στο φεστιβάλ για το Ferrari του Michael Mann, πετσόκοψε δημόσια το Netflix για την στάση του απέναντι στην απεργία, έχοντας συνεργαστεί μάλιστα στο παρελθόν ουκ ολίγες φορές με την πλατφόρμα (θυμίζουμε ότι τα Marriage Story και White Noise έκαναν επίσης πρεμιέρα στην Βενετία). Ενδεικτικά, ας αναφέρω και το εξής περιστατικό: όταν λίγο πριν την πρώτη φετινή προβολή ταινίας της πλατφόρμας στο φεστιβάλ εμφανίστηκε το κλασικό logo του Netflix, ακούστηκαν κάποια (κλασικά φεστιβαλικά) ειρωνικά χειροκροτήματα και πετάχτηκε μια βροντερή φωνή που είπε “PAY THE WRITERS”.
Η φετινή βενετσιάνικη “dream team” του Netflix έρχεται ως συνέχειας μια πολιτικής στην οποία ποντάρει όλο και πιο πολύ η πλατφόρμα τα τελευταια χρόνια: να κυριαρχήσει στην φεστιβαλική σεζόν του φθινοπώρου και να θέσει βάσεις για την κατάκτηση των Όσκαρ. Θυμίζουμε ότι πέρσι το Netflix ήρθε με Bardo, White Noise, Athena και Blonde στη Βενετία, και The Swimmers, All Quiet on the Western Front και The King’s Horseman στο φεστιβάλ του Τορόντο. Κι άμα τα βάλουμε κάτω συνολικά όσον αφορά τα τελευταία 5 χρόνια, θα δούμε ότι η πλατφόρμα που υποτίθεται πως θα έφερνε το “τέλος του σινεμά” έχει καταφέρει να προσελκύσει αμέτρητους πρωτοκλασάτους δημιουργούς. Αν δεν σας φτάνουν όσοι αναφέραμε ήδη μέχρι στιγμής στο κείμενο, θυμηθείτε πως υπάρχουν ακόμα ο Martin Scorsese, o David Lynch, o Paul Thomas Anderson, ο Spike Lee, ο Guillermo del Toro, o Paul Greengrass, ο Zack Snyder, o Damien Chazelle, o Bong Joon-ho και η Ava DuVernay μεταξύ άλλων. Ποια είναι ακριβώς η πολιτική του Netflix σε αυτό το μέτωπο; Σίγουρα δεν περιμένει να βγάλει λεφτά, αφού σε καμία περίπτωση δεν είναι αυτοί οι τίτλοι που εξασφαλίζουν την κερδοφορία της πλατφόρμας. Σε έναν βαθμό, το Netflix επιχειρεί σταθερά να ξεπλύνει το όνομά του και να εξαγνιστεί στα μάτια της σινεφιλίας. Ακόμα περισσότερο όμως θέλει να κατουρήσει την περιοχή των παραδοσιακών στούντιο, λέγοντάς τους με θράσος: “Αφού δεν έχετε πια να δώσετε εσείς λεφτά σε αυτούς τους δημιουργούς, έχουμε εμείς”. Η πλατφόρμα περιφράσσει προς όφελός της το σύγχρονο κινηματογραφικό πεδίο, την ίδια στιγμή που προσφέρει ως αντάλλαγμα μεγάλη (σε σύγκριση με τα στούντιο) δημιουργική ελευθερία στους σκηνοθέτες. Ξέρει ότι αυτές οι παραγωγές δεν θα φέρουν subscribers (αυτό γίνεται με χαμηλής ποιότητας viral σειρές), αλλά θα προσφέρουν πρεστίζ, γόητρο και βραβεία – τα οποία θα μπορούν να τρίψουν στην συνέχεια στα μούτρα του “παλιού” Hollywood.
Αυτή η καθαρά disruptive πολιτική του Netflix (ενδεικτική κάθε νέου παίκτη που θέλει να καταλάβει το μεγαλύτερο μερίδιο της αγοράς ακόμα κι αν δεν έχει άμεσα κέρδη σε πρώτο χρόνο) οδηγεί σε μια σχέση διαφορετικών ταχυτήτων και ποιοτήτων με τους θεσμούς της παραδοσιακής κινηματογραφικής βιομηχανίας. Ανταγωνίζεται τα κλασικά στούντιο, συνεργάζεται με μικρότερους παίκτες (όπως την A24), προσεγγίζει τα φεστιβάλ, πολεμάει τις αίθουσες. Ως προς το τελευταίο, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι τα ήδη μικροσκοπικά παράθυρα χρόνου που αφήνει το Netflix για την κυκλοφορία μιας νέας ταινίας στα σινεμά προκύπτουν μόνο και μόνο επειδή το απαιτούν οι κανόνες των Όσκαρ. Σε άλλη περίπτωση, ούτε απ’ έξω δεν θα παίρναγαν οι ταινίες του από τις αίθουσες. Από την φετινή σοδειά της Βενετίας, το The Killer θα βγει στις αίθουσες για 2 βδομάδες στα τέλη Οκτώβρη και το ίδιο θα συμβεί με το Maestro στα τέλη Νοέμβρη. Το El Conde από την άλλη θα είναι ήδη στην πλατφόρμα σε δέκα μέρες χωρίς κινηματογραφική διανομή, ενώ το Henry Sugar θα παίξει για μια βδομάδα στα σινεμά των ΗΠΑ στο τέλος Σεπτέμβρη πριν πάει στην πλατφόρμα (σε αντίθεση με τα πειράματα των David Lynch και Paul Thomas Anderson με αντίστοιχη ελευθερία σε διάρκεια και φόρμα που είχαν μόνο ψηφιακή διανομή). Και απ’ ό,τι φαίνεται δεν έχουν σκοπό να δώσουν αυτές τις ταινίες σε άλλα φεστιβάλ πέρα από την Βενετία, αφού αυτό που τους ένοιαζε ήταν η μεγάλη πρεμιέρα και όχι η διαδρομή στο φεστιβαλικό κύκλωμα συνολικά. Η πολιτική είναι: μεγάλη πρεμιέρα, όχι φεστιβαλικό run, ελάχιστη διανομή σε αίθουσες, κυριαρχία στα Όσκαρ.
Ουσιαστικά, αυτά τα τελευταία 5-6 χρόνια που το Netflix έχει διεμβολίσει για τα καλά την κινηματογραφική βιομηχανία (όπως έκανε πριν στην τηλεοπτική), η πλατφόρμα όχι μόνο έχει γίνει ένα industry από μόνη της, αλλά έχει δημιουργήσει επίσης ένα μοντέλο παραγωγής-διανομής και μια ευρύτερη κουλτούρα που έχει γενικευθεί ακόμα και σε παλιότερους παίκτες της βιομηχανίας. Έχει γίνει πλέον ρυθμιστικός παράγοντας της βιομηχανίας του σινεμά, και η Μπιενάλε έχει προσφέρει στο Netflix ένα εργαλείο για να διεμβολίσει ακόμα περισσότερο το κύκλωμα των πρεμιερών και των βραβείων. Για το πλάνο της πλατφόρμας, η απουσία των πρωταγωνιστών από τη Βενετία λόγω της απεργίας δεν είναι και τόσο μεγάλο πρόβλημα. Είναι γνωστό πως η πολιτική του Netflix ποντάρει στο μεγάλο μερίδιο της συνολικής αγοράς κι όχι τόσο στην ρευστότητα που προκύπτει από άμεσα κέρδη, και μπορεί να έχει γιγαντωθεί σαν παραγωγική μονάδα αλλά ο ρυθμός αύξησης συνδρομητών δεν είναι ο επιθυμητός. Με αυτήν την έννοια, μένει να αποδειχτεί αν το business model του Netflix θα αποδειχτεί μακροπρόθεσμα βιώσιμο ή αν θα εξελιχθεί εν τέλει στη μεγαλύτερη φούσκα στην πρόσφατη ιστορία του σινεμά και της τηλεόρασης. Προς το παρόν, λέγεται πως η απεργία του Hollywood συμφέρει το Netflix, γιατί το πάγωμα των παραγωγών προσέφερε μια απαραίτητη ένεση ρευστότητας στην πλατφόρμα για να καταφέρει να σταθεροποιηθεί οικονομικά – γεγονός που λογικά σημαίνει πως θα γίνει ακόμα πιο αδιάλλακτη απέναντι στα αιτήματα των σωματείων.
Προς το παρόν, το πεδίο είναι ρευστό κι οι σχέσεις ανάμεσα στις δημιουργικές και τις επιχειρηματικές δυνάμεις του Hollywood είναι υπό διαπραγμάτευση, όπως έδειξε με την ιστορική του μεταφορά ο Fincher στο Mank (που περισσότερα μας λέει για το σήμερα παρά για το ’40). Στη νέα του ταινία για το Netflix, το εξοχότατο The Killer, ο σκηνοθέτης μας δείχνει στην οθόνη για τουλάχιστον 60 δευτερόλεπτα το logo της Amazon, μεγαλύτερου streaming ανταγωνιστή του αφεντικού του. Δικαιολογείται από την πλοκή, σίγουρα, κι ίσως είναι απλά ένα ελάσσον αστείο, αλλά αν μη τι άλλο στρέφει έστω και ασυνείδητα την προσοχή μας στο ότι, πίσω από τις ταινίες και τις πρεμιέρες και τα βραβεία και την λάμψη, υπάρχει μια βιομηχανία σε κρίση – μια βιομηχανία σε πόλεμο.